Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012

H Bild & η κληρονομιά του δυτικογερμανικού αντικομμουνισμού

Του ΓΙΑΝΝΗ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ*

Τα άρθρα της Bild για την ελληνική ριζοσπαστική Αριστερά δεν εξέπληξαν όσους γνωρίζουν τη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας και έχουν ζήσει στη χώρα αυτή. Οι ίδιοι χαρακτηρισμοί γίνονταν για το φοιτητικό κίνημα της Δυτ. Γερμανίας, την ΑΡΟ (εξωκοινοβουλευτική αντιπολίτευση) και τον ηγέτη της Ρούντι Ντούτσκε το 1967-8. Οι αριστεροί φοιτητές που διαδήλωναν στο Δυτ. Βερολίνο με σύνθημα "Απαλλοτριώστε τον Σπρίνγκερ" εξομοιώνονταν από τις εφημερίδες του εκδότη της Bild και της Welt με τρομοκράτες και ναζιστές.
H ναυαρχίδα του ευρωπαϊκού κίτρινου Τύπου, που μερικοί αποκαλούν ειρωνικά "τέταρτη εξουσία" λόγω της επιρροής που ασκεί στην πολιτική σκηνή, εξακολουθεί να διαμορφώνει τις αντιλήψεις πολλών εκατομμυρίων Γερμανών παρά την πτώση της κυκλοφορίας της (2.700.000 φύλλα).

Ο αναγνώστης της Bildzeitung
Ο μέσος αναγνώστης της Bild είναι ο χαμηλόμισθος απόφοιτος τεχνικής σχολής ή βιομηχανικός εργάτης, όχι απαραίτητα ψηφοφόρος του κεντροδεξιού CDU (δεν είναι τυχαίο ότι η εφημερίδα άνοιξε τις στήλες της στον Όσκαρ Λαφοντέν προτού αυτός συνιδρύσει το κόμμα της Αριστεράς die Linke). Είναι ακόμα οι λαϊκοί άνθρωποι που μαζεύονται συγκεκριμένη μέρα και ώρα στην μπυραρία (στο λεγόμενο Stammtisch) και σχολιάζουν την επικαιρότητα μέσα από τα γυαλιά της Bild. Είναι τέλος οι εκπρόσωποι της "βαθιάς" Γερμανίας που επιζεί στα χωριά και στις κωμοπόλεις.
Η εφημερίδα ακολουθεί από την ίδρυσή της (1952) την ίδια πετυχημένη συνταγή: κουτσομπολιά για VIPS και πολιτικούς, σχολιασμός της πολιτικής με κραυγαλέο τρόπο, πολλές αθλητικές ειδήσεις, φωτογραφίες γυμνόστηθων μοντέλων (που εσχάτως μετανάστευσαν στις εσωτερικές σελίδες), σταυρόλεξα, ανέκδοτα, συμβουλές κ.λπ. Εδώ και καιρό η Bild, όταν αναφέρεται στους κατοίκους της χώρας μας, τους αποκαλεί “μπατιροέλληνες” (die Pleitegriechen).

H Kαταρίνα Μπλουμ
Το 1974 ο Χάινριχ Μπελ (βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας) δημοσίευσε το αφήγημα "η χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ". Το βιβλίο προκάλεσε αίσθηση αλλά και έντονες αντιδράσεις από τους αντιδραστικούς κύκλους. Η επώνυμη ηρωίδα φέρει άδικα τη ρετσινιά της μνηστής του τρομοκράτη από τον κίτρινο Τύπο και στο τέλος σκοτώνει τον υπεύθυνο ρεπόρτερ.
Ο τότε πρόεδρος της ΟΔΓ Καρλ Κάρστενς (CDU) κάλεσε τον πληθυσμό της χώρας να κρατήσει αποστάσεις από τις τρομοκρατικές δράσεις και ιδιαίτερα τον συγγραφέα Χ. Μπελ, ο οποίος με το ψευδώνυμο Καταρίνα Μπλουμ (!) έγραψε ένα βιβλίο που δικαιολογεί τη βία. Ο Μπελ δήλωνε στον πρόλογο ότι πρόσωπα και πλοκή είναι φανταστικά. "Αν οι δημοσιογραφικές πρακτικές εμφανίζουν ομοιότητες με αυτές της Bild, αυτές οι ομοιότητες δεν είναι τυχαίες αλλά αναπόφευκτες"... "Μερικές φορές η λεκτική βία είναι χειρότερη από χαστούκια και πιστόλια".

Το δόγμα του αντικομμουνισμού
Ο αντικομμουνισμός ήταν η επίσημη ιδεολογία της Δυτ. Γερμανίας. Κι όμως την ώρα μηδέν της συνθηκολόγησης (8 Μαΐου 1945) οι ιδέες του σοσιαλισμού ήταν ηγεμονικές. Το πρόγραμμα του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος για ζητήματα οικονομίας και κοινωνίας που ανακοινώθηκε στην πόλη Αλεν τον Φεβρουάριο του 1947 εμφορούνταν από τις ιδέες του χριστιανικού σοσιαλισμού.
Στην εισαγωγή αναφέρεται ότι "το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα δεν εκπλήρωσε τα ζωτικά συμφέροντα του γερμανικού λαού" και πρότεινε κοινωνικοποιήσεις. Με την όξυνση του Ψυχρού Πολέμου η κατάσταση άλλαξε άρδην. Επικράτησε η συντηρητική γραμμή του Αντενάουερ, ο οποίος, αν και αντιναζιστής, έσπευσε να στελεχώσει τον κρατικό μηχανισμό με παλιούς ναζιστές. Όπως ανέφερε κάποτε, "δεν χύνω τα βρώμικα νερά αν δεν έχω καθαρά".
Η Λαϊκή Δημοκρατία στην ανατολική πλευρά ήταν ελάχιστα ελκυστική και το 1956 το Κομμουνιστικό Κόμμα στην ΟΔΓ (KPD), αφού έπαψε να εκπροσωπείται στην ομοσπονδιακή Βουλή, τέθηκε εκτός νόμου. Χιλιάδες στελέχη, μέλη και ψηφοφόροι του κόμματος βρέθηκαν χωρίς δουλειά ή καταδικάστηκαν επειδή π.χ. οργάνωσαν επισκέψεις νεολαίων στην ΛΔΓ.
Ο δικηγόρος Χ. Χανόβερ, που υπερασπίστηκε επί δεκαετίες τα θύματα του Ψυχρού Πολέμου στα δικαστήρια, πρωτοστάτησε το 1988 στην ίδρυση της επιτροπής αποκατάστασης. Σημειωτέον ότι ο νόμος για την αποζημίωση των θυμάτων του ναζισμού, που ψηφίστηκε το 1956 και είχε αναδρομική ισχύ από το 1953, απέκλειε όσους κατοικούσαν εκτός εδάφους της ΟΔΓ πριν από το 1952, καθώς και όσους ήταν μέλη του KPD μετά το 1945.

Ο βιασμός της γλώσσας
Στη Δυτική Γερμανία, σύμφωνα με την επίσημη προπαγάνδα, το καθεστώς της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς ξεπέρασε τους κλασικούς ταξικούς διαχωρισμούς. Έτσι ο όρος "εργατική τάξη" και η λέξη "εργαζόμενοι" θεωρήθηκαν κτήμα της κομμουνιστικής προπαγάνδας και καθιερώθηκαν οι πολιτικά ουδέτερες κοινωνικές κατηγορίες “εργοδότες” και “εργολήπτες” (Arbeitgeber, Arbeitnehmer). Όσοι αναφέρονταν στη ναζιστική περίοδο (1933-1945) χρησιμοποιώντας τον όρο φασισμός χαρακτηρίζονταν συνοδοιπόροι της ΛΔΓ. Για την πολιτική ελίτ της ΟΔΓ ο ορθός όρος είναι "εθνικοσοσιαλισμός" (όπως αυτοαποκαλούνταν οι ναζιστές), ώστε εμμέσως πλην σαφώς να δυσφημείται ο όρος σοσιαλιστής.

Ριζοσπάστες και εξτρεμιστές
Στις 28.1.1972, επί καγκελαρίας Βίλι Μπραντ, ψηφίστηκε το διάταγμα περί ριζοσπαστών (Radikalenerlass), που αποσκοπούσε στην κατάπνιξη της τρομοκρατίας και την παρείσφρηση εξτρεμιστικών στοιχείων στον κρατικό μηχανισμό. Στην καθημερινότητα το διάταγμα ταυτίστηκε με την απαγόρευση ασκήσεως επαγγέλματος (Berufsverbot). Έτσι η συμμετοχή σε οργανώσεις που θεωρούνταν κρυπτοκομμουνιστικές, όπως η ένωση αντιφασιστών, η ένωση δημοκρατικών δικηγόρων κ.ά., αντέβαινε σε εργασία σε κρατική υπηρεσία.
Συνολικά μέχρι το 1976, οπότε το διάταγμα ανακλήθηκε ελέγχθηκαν 1.400.000 πολίτες, έγιναν 11.000 αγωγές και απολύθηκαν 1.100 άτομα (136 εκπαιδευτικοί). Ο Μπραντ αργότερα θεώρησε το διάταγμα λάθος, ενώ ο Χέλμουτ Σμιτ είπε: "Πυροβολούσαμε σπουργίτια με κανόνια". Για την υπηρεσία προστασίας του Συντάγματος της ΟΔΓ ήδη από το 1975 ο όρος Radikalen αντικαταστάθηκε από τον όρο Extremisten.
Βέβαια πολλοί συντηρητικοί εξακολουθούν να ταυτίζουν τις δύο έννοιες, όπως έκανε και η Bild στην περίπτωση του Τσίπρα. Άλλωστε ιστορικά ο όρος “ριζοσπάστης” έχει θετική έννοια (βλ. αστικές επαναστάσεις του 1848).

Η περίπτωση Μπεάτε Κάρλσφελντ
Η γνωστή αντιφασίστρια Μπεάτε Κάρλσφελντ, που χαστούκισε δημόσια τον καγκελάριο της ΟΔΓ Κουρτ Κίζινγκερ (τέως μέλος του ναζιστικού NSDAP και ανώτερο στέλεχος της προπαγάνδας εξωτερικού του καθεστώτος) στο Δυτ. Βερολίνο στις 7.11.1968, επιλέχθηκε από το κόμμα της Αριστεράς στις πρόσφατες εκλογές προέδρου Δημοκρατίας.
Η Κάρλσφελντ (Κ.), που ζει στη Γαλλία, δεν είναι μέλος αριστερού κόμματος, η δε οικογένειά της υποστηρίζει τον Σαρκοζί. Οι συντηρητικοί δεν τη συγχώρησαν ποτέ για την πράξη της και επιχείρησαν να σπιλώσουν τη φήμη της. Ανακάλυψαν λοιπόν στα αρχεία της ΛΔΓ ότι η Κ. έλαβε αμοιβή 2.000 δυτικογερμανικών μάρκων για ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε σε ανατολικογερμανικό περιοδικό.
Άρχισε η φιλολογία για μαριονέτα της Στάζι κ.λπ. Όμως η ίδια η Κ. στην αυτοβιογραφία της, που κυκλοφόρησε πριν από χρόνια στη Γαλλία, αναφέρει αυτό το γεγονός. Γενικά, όταν κάποιος στη Δυτ. Γερμανία έκανε έρευνες για το ναζιστικό παρελθόν είτε πολιτικών είτε γιατρών, συγγραφέων κ.λπ., χαρακτηριζόταν ως κάποιος που “λερώνει τη φωλιά” (Nestbeschmutzer).

H άλλη Γερμανία
Στην ταινία του Σοβιετικού σκηνοθέτη Μιχαήλ Ρομ "Ο καθημερινός φασισμός" υπάρχει ένα μέρος αφιερωμένο στην "άλλη Γερμανία" που αντιστάθηκε στη ναζιστική λαίλαπα. Η “άλλη Γερμανία” είναι και σήμερα παρούσα και ενοχλεί όσους έλπιζαν ότι μετά το 1990 θα σβήσει παντελώς η πέραν της σοσιαλδημοκρατίας Αριστερά. Αυτή η Αριστερά (PDS) πέρασε αρκετά πέτρινα χρόνια στην Ανατολική Γερμανία και χάρις στην πολιτική ευφυΐα των ηγετών της πέτυχε τη συγχώνευση με τις αντίστοιχες δυνάμεις της δυτικής πλευράς.
Δεν είναι όμως μόνον οι σύντροφοι της Die Linke. Υπάρχουν τίμιοι αριστεροί αγωνιστές και μέσα στο SPD και στους Πράσινους, που παραμένουν στα κόμματα αυτά για να υπάρχει μια άλλη φωνή.
* Ο Γιάννης Ευστρατίου είναι γιατρός στη Θεσσαλονίκη και παλιός λαθραναγνώστης της Bild

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.